Λαχανικά

Ρίζα τζίντζερ

Ρίζα τζίντζερ

Η Ρίζα τζίντζερ ή πιπερόριζα (παλαιότερη ελληνική ονομασία ζιγγίβερη ή ζιγγίβερις είναι η ρίζα του φυτού Zingiber officinale (Ζιγγίβερις η φαρμακευτική). Η οποία χρησιμοποιείται στην ιατρική αλλά και ως μπαχαρικό στο φαγητό ή ως εξωτική λιχουδιά. Το είδος αυτό δίνει το όνομα στην ομάδα φυτών Zingiberaceae, της οποίας άλλα γνωστά μέλη είναι το καρδάμωμο (κακουλέ), ο κουρκουμάς (κιτρινόριζα), η γκαλάνγκα κλπ.

Καλλιέργεια

Η καλλιέργεια της πιπερόριζας ξεκίνησε αρχικά στη Νότια Ασία, αλλά είναι διαδεδομένη και στην Ανατολική Αφρική και επίσης στην Καραϊβική. Χρησιμοποιείται στη μαγειρική, την ιατρική και στην αρωματοποιία, ενώ παράλληλα χρησιμοποείται και για λατρευτικούς σκοπούς.

Ετυμολογία

Η προέλευση της λέξης τζίντζερ είναι αντιδάνειο από το αγγλικό όνομα του μπαχαρικού, προερχόμενο αρχικά από την Ταμίλ γλώσσα: ίντζι βερ (இஞ்சி வேர்). Ο βοτανικός όρος για τη ρίζα στην Ταμίλ γλώσσα είναι βερ (வேர்) έτσι ονομάζεται ρίζα ίνζι ή ίνζι βερ. Η ελληνική ζιγγίβερις συναντάται ως ginginer στη μεσαιωνική λατινική και εν συνεχεία στην παλιά αγγλική gingifere, την οποία ύστερα η γαλλική ονομάζει gingembre και καταλήγει στα αγγλικά ginger.

Χρήσεις

Ασιατική κουζίνα

Γκάρι (ιαπωνικά ガリ ): πιπερόριζα σε μορφή τουρσιού (ιαπωνικό τσουκεμόνο).

Σε χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας η φρέσκια πιπερόριζα είναι ένα από τα κύρια συστατικά στην προετοιμασία φαγητών με λαχανικά και φακές. Η πιπερόριζα αποξηραμένη και αλεσμένη, σε μορφή σκόνης, χρησιμοποιείται επίσης σε τοπικά φαγητά. Φρέσκια και αποξηραμένη πιπερόριζα χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό σε καφέ ή τσάι, ιδιαίτερα το χειμώνα.

Πώληση κίμτσι στο δρόμο, (Κορέα).

Στην Ινδία είναι ένα από τα βασικά συστατικά σε μίγματα μπαχαρικών, όπως το κάρυ και το γκαράμ μασάλα. Στο Μπανγκλαντές η φρέσκια πιπερόριζα σε κομμάτια χρησιμοποιείται ως βάση σε φαγητά με κρέας. Στη Μιανμάρ η πιπερόριζα αποκαλείται γχιν και επίσης χρησιμοποιείται στην τοπική κουζίνα αλλά και σε παρασκευή παραδοσιακών φαρμάκων. Στη Μιανμάρ υπάρχει και πιάτο με σαλάτα το οποίο αποκαλείται γχιν-θοτ και αποτελείται από τριμμένη πιπερόριζα διατηρημένη σε λάδι με μια ποικιλία από ξηρούς καρπούς και σπόρους.
Στην Ινδονησία η πιπερόριζα χρησιμοποιείται ευρέως στην τοπική κουζίνα και ένα ποτό το οποίο ονομάζεται γεντάνγκ ζαχέ παρασκευάζεται από πιπερόριζα και ζάχαρη από φοίνικα. Στην Μαλαισία η πιπερόριζα ονομάζεται χαλιά και χρησιμοποιείται στην τοπική κουζίνα και ειδικά στις σούπες. Στις Φιλιππίνες παρασκευάζεται ένα τσάι που ονομάζεται σαλαμπάτ. Στο Βιετνάμ φρέσκα κομμάτια πιπερόριζας χρησιμοποιούνται ως γαρνιτούρα στο τοπικό φαγητό με γαρίδες κανχ κχοάι μο. Στην Κίνα κομμένη πιπερόριζα σε φέτες ή ολόκληρη χρησιμοποιείται σε μεζέδες με ψάρια και κρέας, ενώ χρησιμοποιείται και στην παρασκευή τσαγιού με βότανα. Οι κινέζικες μπομπονιέρες γίνονται με ζαχαρωμένη πιπερόριζα. Στην Ιαπωνία η πιπερόριζα συμπληρώνει φαγητά από τόφου και νουντλς, αλλά στο τσουκεμόνο (ιαπωνικό τουρσί) το ιαπωνικό γκάρι (ιαπωνικά ガリ ) είναι τουρσί από πιπερόριζα.[5] Στην Κορέα χρησιμοποιείται η πιπερόριζα στο παραδοσιακό φαγητό κίμτσι.

Αραβική κουζίνα

Οι Άραβες αποκαλούν την πιπερόριζα ζανχαμπίλ και σε κάποιες περιοχές της Μέσης Ανατολής χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό στο τσάι και στο γάλα. Στην Αραβική κουζίνα χρησιμοποιείται συχνά σε μίγματα μπαχαρικών, όπως στα χαουάιι (αραβ. خاواييج, εβρ. חו׳יג׳, Υεμένη), μπαχαράτ (αραβ. بهارات, Αραβία − επίσης στο Ιράν και την Τουρκία) και ρας ελ χανούτ

Πηγή: Wikipedia