Το Μπαχάρι, που ονομάζεται επίσης πιπέρι της Τζαμάικας, πιπέρι, πιπέρι μυρτιάς, Τουρκικό Γενιμπαχάρ (Yenibahar), pimento, pimenta, αγγλικό πιπέρι ή νεομπαχάρι (newspice), είναι οι αποξηραμένοι άγουροι καρποί (τα «μούρα» ή οι «κόκκοι», του φυτού Pimenta dioica που χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό), ένα ημι-κουβουκλιοειδές δέντρο, ιθαγενές στις Μεγάλες Αντίλλες, νότια του Μεξικού και την Κεντρική Αμερική και που τώρα πλέον, καλλιεργείται σε πολλές άλλες θερμές περιοχές του κόσμου.
Αρκετοί μη συγγενικοί αρωματικοί θάμνοι, ονομάζονται «Μπαχάρι Καρολίνας» («Carolina allspice» – Καλύκανθος ο πολυανθής Calycanthus floridus), «Ιαπωνικό Μπαχάρι» (Χειμώνανθος ο πρώιμος Chimonanthus praecox) ή «άγριο Μπαχάρι» Λινδερία της Βενζόης ή Λινδέρα της Βενζόης (Lindera benzoin). Μερικές φορές επίσης, το μπαχάρι χρησιμοποιείται για να δηλώσει το βότανο costmary Αθανασία η βαλσαμώδης (Tanacetum balsamita).
Προετοιμασία/μορφή
Eίναι ο αποξηραμένος καρπός του φυτού P. dioica. Οι καρποί συλλέγονται όταν είναι πράσινοι και άγουροι και παραδοσιακά αποξηραίνονται στον ήλιο. Όταν είναι στεγνοί, είναι καφέ και μοιάζουν με μεγάλους καφέ ομαλούς πιπερόκοκκους. Οι ολόκληροι καρποί έχουν μακρύτερη διάρκεια ζωής από ότι το κονιορτοποιημένο προϊόν και παράγουν ένα αρωματικότερο προϊόν, όταν φρεσκοτριφτούν πριν από τη χρήση.
Τα φρέσκα φύλλα χρησιμοποιούνται όπου είναι διαθέσιμα. Είναι παρόμοια στην υφή με τα φύλλα δάφνης και γι’ αυτό προστίθενται κατά το μαγείρεμα και στη συνέχεια, αφαιρούνται πριν από το σερβίρισμα. Σε αντίθεση με τα φύλλα της δάφνης, χάνουν πολλή από τη γεύση τους, όταν στεγνώσουν και αποθηκευθούν, οπότε δεν περιλαμβάνονται στο εμπόριο. Τα φύλλα και το ξύλο του συχνά χρησιμοποιούνται για το κάπνισμα των κρεάτων, εκεί όπου το μπαχάρι είναι μια τοπική καλλιέργεια. Το μπαχάρι μπορεί επίσης να βρεθεί σε μορφή αιθέριου ελαίου.
Χρήσεις
Eίναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά της Καραϊβικής κουζίνας. Χρησιμοποιείται στο jerk της Καραϊβικής. Tο ξύλο χρησιμοποιείται για το κάπνισμα τoυ jerk στην Τζαμάικα. Eίναι επίσης ένα συστατικό σε παρασκευάσματα των εμπορικών λουκάνικων και σε σκόνες κάρι. Το μπαχάρι είναι επίσης απαραίτητο για την κουζίνα της Μέσης Ανατολής. Iδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου χρησιμοποιείται για να αρωματίσει μια ποικιλία από μαγειρευτά φαγητά και πιάτα με κρέας.
Στην Παλαιστινιακή κουζίνα, για παράδειγμα, πολλά κύρια πιάτα περιέχουν το μπαχάρι ως το μοναδικό καρύκευμα που προστίθεται σαν αρωματική ουσία. Στις ΗΠΑ, χρησιμοποιείται κυρίως σε γλυκά, αλλά είναι επίσης υπεύθυνο για την παροχή του διακριτικού αρώματος και γεύσης στο τσίλι του στυλ Cincinnati. Το μπαχάρι χρησιμοποιείται ευρέως στη Μεγάλη Βρετανία και εμφανίζεται σε πολλά πιάτα, συμπεριλαμβανομένων των κέικ. Ακόμη και σε πολλές χώρες όπου το μπαχάρι δεν είναι πολύ δημοφιλές στα νοικοκυριά, όπως στη Γερμανία, χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες από τους εμπορικούς φορείς παρασκευής λουκάνικων. Είναι ένα κύριο αρωματικό, που χρησιμοποιείται στις σάλτσες των μπάρμπεκιου. Στις Δυτικές Ινδίες, παράγεται ένα λικέρ μπαχάρι που ονομάζεται «pimento dram».
Το μπαχάρι έχει επίσης χρησιμοποιηθεί ως αποσμητικό. Πτητικά έλαια που βρέθηκαν στο φυτό περιέχουν ευγενόλη, έναν αδύναμο αντιμικροβιακό παράγοντα.
Πηγή: Wikipedia