Η φάβα Φαρσάλων ανήκει στα όσπρια, και προέρχεται από το λαθούρι. Αυτό που συλλέγεται από το φυτό είναι οι αποξηραμένες κοτυληδόνες των σπερμάτων του, τα οποία είναι γωνιώδη με ακανόνιστο σχήμα. Αυτά αλέθονται ή βράζονται και μας δίνουν το γνωστό χυλό της φάβας.
Η φάβα αυτή μπορεί να συντηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα εξαιτίας του υψηλού βαθμού αφυδάτωσης, αλλά και εξαιτίας της απολύμανσης των σπερμάτων της. Λόγω του μικρού μεγέθους της εμφανίζει ευκολία στο μαγείρεμα και χρειάζεται ελάχιστο νερό κατά τη διάρκεια αυτού.
Διατροφική αξία
Η φάβα είναι ιδιαίτερα πλούσια σε φυτικές πρωτεΐνες, υδατάνθρακες και φυτικές ίνες, που την καθιστά ένα τρόφιμο υψηλής διατροφικής αξίας. Σε περιόδους νηστείας ή σε χορτοφαγικές διατροφές μπορεί να υποκαταστήσει το κρέας. Aρκεί να συνοδεύεται από δημητριακά για να αναπληρωθούν τα πολύτιμα αμινοξέα, όπως η μεθειονίνη που απουσιάζει.
Οι φυτικές ίνες που περιέχει βοηθούν στην καλύτερη λειτουργία του πεπτικού μας συστήματος, προκαλούν κορεσμό, μειώνουν τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης και τα επίπεδα της «κακής» LDL χοληστερόλης. Παράλληλα, είναι χαμηλή σε λιπαρά και χοληστερόλη και περιέχει λίγες θερμίδες.
Η φάβα περιέχει βιταμίνες του συμπλέγματος Β, που βοηθούν στο νευρομυικό μας σύστημα και τη μνήμη. Eνώ ο σίδηρος είναι υπεύθυνος για το σχηματισμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων μας. Σε μικρότερες ποσότητες ακόμα περιέχει φώσφορο, μαγνήσιο και κάλιο που βοηθούν στην καλή υγεία των οστών και ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση.
Η φάβα θεωρείται καλοκαιρινό φαγητό και μπορεί να καταναλωθεί ως πηχτός χυλός, συνοδεία λεμονιού που εξαιτίας της βιταμίνης C που περιέχει βοηθάει και στην καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου της. Επίσης, συνοδεύεται άριστα από την κάππαρη, το ελαιόλαδο και το κρεμμύδι. Ακόμη, μπορούμε να τη σερβίρουμε ως σούπα ή να την προσθέσουμε στη σαλάτα ή στο ριζότο μας με την αρχική της μορφή. Στην Κίνα χρησιμοποιείται στην παρασκευή γλυκού, ενώ στον μεσαίωνα έφτιαχναν πουτίγκα από μείγμα πράσινης και κίτρινης φάβας.
Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η φάβα που προέρχεται από λαθούρι, δε θα πρέπει να καταναλώνεται από άτομα με έλλειψη ενζύμου G6PD, λόγω του κινδύνου εμφάνισης αιμολυτικού επεισοδίου.
Πηγή: mednutrition.gr