Ως κουκουνάρι είναι γνωστός ο κώνος και ο βρώσιμος σπόρος των πευκοειδών και άλλων κωνοφόρων. Η οικογένεια των πευκοειδών περιλαμβάνει 90 περίπου είδη όμως περίπου 20 από αυτά παράγουν κατάλληλους για συγκομιδή σπόρους. Ο σπόρος αφαιρείται σπάζοντας το σκληρό κέλυφος. Όταν προέρχεται από τη γνωστή κουκουναριά (Pinus pinea) είναι ανοικτόχρωμος και θυμίζει σε σχήμα τον κόκκο ρυζιού, αλλά είναι μεγαλύτερος σε μέγεθος. Ο σπόρος από τα κουκουνάρια είναι γνωστός στην Κύπρο ως πινόλι.
Χρήσεις του κουκουναριού
Χρησιμοποιείται από τα αρχαία χρόνια ως εδώδιμος σπόρος και αφροδισιακό, ενώ συχνά προστίθεται σε σαλάτες και σε συνταγές της Μεσογειακής κουζίνας. Χαρακτηριστική είναι η χρήση του κουκουναριού ως βασικό συστατικό της ιταλικής σάλτσας πέστο. Πολλές φορές καβουρδίζεται πριν προστεθεί στη συνταγή, όπως για παράδειγμα όταν χρησιμοποιείται ως ξηρός καρπός στον χαλβά σιμιγδαλιού. Αν και απαντάται αρκετά συχνά και στην ελληνική κουζίνα, οι ποσότητες που χρησιμοποιούνται συνήθως εισάγονται από την Τουρκία και την Ισπανία επειδή η καλλιέργεια της κουκουναριάς δεν έχει διαδοθεί στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικά
Η κουκουναριά μπορεί να υπερβεί τα 25 μέτρα σε ύψος, αν και συνήθως είναι λιγότερο ψηλή, γύρω στα 12-20 μέτρα. Έχει μια χαρακτηριστική ομπρελοειδή μορφή με κοντό κορμό και στρογγυλή επίπεδη κορυφή. Ο φλοιός είναι χοντρός, καστανοκόκκινος, βαθιά χαραγμένος από φαρδιές, κατακόρυφες πλάκες. Έχει ευλύγιστα βελονοειδή φύλλα ανά δυο σε βραχυκλάδια, μήκους 10-18 εκατοστών. Τα νεαρά δέντρα έχουν διαφορετικά φύλλα, μήκους 2-4 εκατοστών με γλαυκοπράσινο χρώμα.
Οι κώνοι είναι ωοειδείς, μήκους 8-15 εκατοστών και χρειάζονται 36 μήνες για να ωριμάσουν, περισσότερο από κάθε άλλο πεύκο. Οι σπόροι είναι μεγάλοι, μήκους δύο εκατοστών, ανοιχτοί καστανοί με μια μαύρη επίστρωση που φεύγει εύκολα. Οι σπόροι διαδίδονται με τα ζώα και στην πρόσφατη ιστορία με την βοήθεια των ανθρώπων.
Πηγή: Wikipedia