Καρυκεύματα, Υλικά

Κύμινο

Κύμινο

Προέλευση

Το κύμινο είναι η κοινή ονομασία του φυτού Κούμινον το κύμινον ή Κύμινον το ήμερον (Cuminum cyminum). Είναι επίσης γνωστό και ως λευκό κύμινο, αρτυσία ή αρτυσιά, καμούν και ως τζίρα, ή τζήρα (jeera ή zeera).Είναι ανθοφόρο φυτό της οικογένειας των Απιίδων (Apiaceae), ιθαγενές από την ανατολική Μεσόγειο μέχρι την Ινδία. Ενώ πλέον καλλιεργείται στην Κίνα και το Μεξικό.

Οι σπόροι του χρησιμοποιούνται για να δώσουν άρωμα στις κουζίνες πολλών διαφορετικών πολιτισμών. Κυκλοφορούν δε, τόσο ολόκληροι όσο και αλεσμένοι. Επιπροσθέτως, το κύμινο χρησιμοποιείται και ως φαρμακευτικό φυτό, ως χωνευτικό. Καθώς επίσης και για την αύξηση του σιδήρου στο αίμα στην αναιμία και τη μείωση των συμπτωμάτων στο κοινό κρυολόγημα.

Περιγραφή

Το κύμινο είναι ο αποξηραμένος σπόρος του φυτού Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum), μέλους της οικογένειας του μαϊντανού. Το φυτό κύμινο φτάνει σε ύψος τα 30-50 εκ. και συλλέγεται με το χέρι. Είναι ετήσιο ποώδες φυτό, με ένα λεπτό λείο διακλαδισμένο στέλεχος. Είναι 20-30 εκ. ψηλό και έχει διάμετρο 3-5 εκ. Κάθε κλάδος έχει δυο έως τρεις υποκλάδους. Όλοι οι κλάδοι επιτυγχάνουν το ίδιο ύψος, ως εκ τούτου, το φυτό έχει μια ομοιόμορφη κόμη.

Το στέλεχος είναι χρωματισμένο γκρι ή σκούρο πράσινο. Τα φύλλα του είναι πολυσχιδή και έχουν μήκος 5-10 εκ., πτεροειδή ή διπλοπτεροειδή, με νηματόμορφα φυλλάρια. Τα άνθη είναι μικρά, λευκά ή ροζ και φέρονται σε σκιάδια. Κάθε σκιάδιο έχει πέντε έως επτά δευτερεύοντα σκιάδια. Ο καρπός είναι πλευρικό ατρακτοειδές ή ωοειδές αχαίνιο, μήκους 4-5 χιλ., που περιέχει δύο μερικάρπια με ένα μόνο σπόρο. Οι σπόροι του κύμινου έχουν οκτώ κορυφογραμμές με κανάλια λαδιού. Μοιάζουν με τους σπόρους του αγριοκύμινου, έχουν σχήμα επίμηκες, ραβδώσεις κατά μήκος και κίτρινο-καφέ χρώμα, όπως και τα άλλα μέλη της οικογένειας των Σελινοειδών ή Σκιαδοφόρων, σαν το αγριοκύμινο, το μαϊντανό και τον άνηθο.

Καλλιέργεια

Περιοχές καλλιέργειας:

Ο κύριος παραγωγός και καταναλωτής κύμινου είναι η Ινδία. Παράγει το 70% της παγκόσμιας παραγωγής και καταναλώνει το 90% της δικής της παραγωγής. Αυτρό σημαίνει ότι η Ινδία καταναλώνει το 63% του παγκόσμιου κύμινου. Άλλοι παραγωγοί είναι η Συρία (7%), η Τουρκία (6%) και το Ιράν (6%). Το υπόλοιπο 11% προέρχεται από άλλες χώρες. Συνολικά, παράγονται ετησίως περίπου 300.000 τόνοι κύμινου, παγκοσμίως. Το 2007, η Ινδία παρήγαγε περίπου 175.000 τόνους κύμινου, σε μια έκταση περίπου 410.000 εκτάρια. Δηλαδή η μέση απόδοση ήταν 0,43 τόνοι ανά εκτάριο.

Κλιματικές απαιτήσεις:

Το κύμινο είναι ανθεκτικό στην ξηρασία και είναι τροπική ή ημι-τροπική καλλιέργεια. Η καταγωγή του είναι πιθανότατα από την Αίγυπτο, το Τουρκμενιστάν και την ανατολική Μεσόγειο. Το κύμινο έχει μια σύντομη εποχή ανάπτυξης των 100 – 120 ημερών. Οι θερμοκρασίες για τη βέλτιστη ανάπτυξη, είναι μεταξύ 25° και 30°C. Το Μεσογειακό κλίμα είναι το πλέον κατάλληλο για την ανάπτυξη του· καθώς το κύμινο απαιτεί ένα μέτρια δροσερό και ξηρό κλίμα.

Η καλλιέργεια του κύμινου, απαιτεί ένα μακρύ, καυτό καλοκαίρι διάρκειας τριών έως τεσσάρων μηνών. Σε χαμηλές θερμοκρασίες, το χρώμα των φύλλων αλλάζει από πράσινο σε μωβ. Η υψηλή θερμοκρασία, μπορεί να μειώσει την περίοδο ανάπτυξης και να προκαλέσει την πρόωρη ωρίμανση. Στην Ινδία, το κύμινο σπέρνεται από τον Οκτώβριο μέχρι το αρχές του Δεκεμβρίου και η συγκομιδή ξεκινά τον Φεβρουάριο. Στη Συρία και το Ιράν το κύμινο σπέρνεται από τα μέσα Νοεμβρίου μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου (επεκτάσεις έως τα μέσα Ιανουαρίου, είναι δυνατές) και συλλέγεται τον Ιούνιο / Ιούλιο

Φαρμακευτικές χρήσεις

Στα Σανσκριτικά, το κύμινο είναι γνωστό ως “jira ή jeera” “αυτό που βοηθά την πέψη”. Στο σύστημα Αγιουρβέδα, αποξηραμένοι σπόροι κύμινου χρησιμοποιούνται για ιατρικούς σκοπούς. Αυτοί οι σπόροι κονιορτοποιούνται και χρησιμοποιούνται σε διάφορες μορφές, όπως kashaya (αφέψημα), arishta (αφέψημα, το οποίο έχει υποστεί ζύμωση), βάτι (δισκίο / χάπια) και επεξεργασμένα με ghee. Χρησιμοποιείται εσωτερικά και μερικές φορές και για εξωτερικές εφαρμογές, επίσης, ενισχύει την όρεξη, την αντίληψη της γεύσης, την πέψη, την όραση, τη δύναμη και τη γαλουχία. Χρησιμοποιείται για την θεραπεία του πυρετού, την απώλεια της όρεξης, τη διάρροια, τον εμετό, το φούσκωμα στη κοιλία, τα οιδήματα και τις επιλόχειες διαταραχές.

Στη νότια Ινδία, δημοφιλή ποτά όπως στην Κεράλα και στην Ταμίλ Ναντού, ονομάζονται “νερό jira” και γίνονται με το βρασμό σπόρων κύμινου. Πιστεύεται, ότι το κύμινο είναι ευεργετικό για τις καρδιακές παθήσεις, τα οιδήματα, τα άτομα με έλλειψη γεύσης (tastelessness), τον εμετό, την κακή πέψη και το χρόνιο πυρετό.

Οι Ahmad Reza Gohari και Soodabeh Saeidnia έχουν εξετάσει την φυτοχημεία (phytochemistry) των σπόρων του Κούμινον το κύμινον (Cuminum cyminum) και τα πρότυπά του. Έχουν αναφέρει πολλές φαρμακολογικές επιδράσεις όπως αντι-διαβητικές, ανοσολογικές, αντι-επιληπτικές, αντι-καρκινικές (anti-tumour) και αντιμικροβιακές δραστηριότητες. Μια μελέτη από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Mysore της Ινδίας αναφέρουν τις πιθανές αντι-διαβητικές ιδιότητες του κύμινου.

Οι Efraim Lev και Zohar Amar έχουν αναφέρει αρκετές φαρμακευτικές ιδιότητες και οφέλη για την υγεία των σπόρων κύμινου. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, οι σπόροι κύμινου και το θερμό νερό jeera πιστεύεται ότι βελτιώνουν την έκκριση σάλιου και ανακουφίζουν τις διαταραχές του πεπτικού συστήματος.

Πηγή: Wikipedia